jump to navigation

Η απαγόρευση των φορολογικών διακρίσεων κατά την επιβολή εσωτερικών φόρων βάσει του άρθρου 110 ΣΛΕΕ 15/11/2012

Posted by Dimitris Patsikas in Δημοσιονομικό Δίκαιο, Ευρωπαϊκό Φορολογικό Δίκαιο, Μεταπτυχιακές εργασίες, Φοιτητικές μελέτες.
Tags: , , , , , , , , , , , ,
add a comment

Πρόλογος(*)

Σκοπός της συγκεκριμένης μελέτης είναι να παρουσιάσει, κατά τρόπο ευσύνοπτο, ένα κρίσιμο ζήτημα του Ευρωπαϊκού Δημοσιονομικού Δικαίου: την απαγόρευση των φορολογικών διακρίσεων κατά την επιβολή εσωτερικών φόρων, βάσει του άρ. 110 ΣΛΕΕ. Μέσω αυτής της διάταξης επιδιώκεται η φορολογική ουδετερότητα ανταγωνισμού ανάμεσα στα εισαγόμενα και στα εθνικά προϊόντα, η οποία συνιστά την αναγκαία προϋπόθεση για τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, μαζί με την κατάργηση των δασμών και την τελωνειακή ένωση.

Από τη θέσπισή της με τη Συνθήκη της Ρώμης το 1957, η εν λόγω ρύθμιση έχει δικαίως απασχολήσει μεγάλο μέρος της θεωρίας, ενώ παράλληλα αποτελεί εύφορο πεδίο ερμηνείας για το ΔΕΚ. Πράγματι, το Δικαστήριο εξετάζοντας παραβιάσεις της εφαρμογής της απαγόρευσης -κυρίως εκ μέρους των κρατών μελών- έχει δώσει καίριες ερμηνευτικές λύσεις διαμορφώνοντας σημαντική νομολογία, η οποία χρησιμοποιείται παρακάτω ως σημείο αναφοράς.

Όσον αφορά στη δομή της παρούσας εργασίας, στο εισαγωγικό κεφάλαιό της λαμβάνει χώρα μια γενική επισκόπηση των άρθρων της Συνθήκης που σχετίζονται με τον τομέα της φορολογίας. Δίνεται μια ακροθιγής παρουσίαση των φορολογικών διατάξεων αλλά και των επιμέρους στόχων, στην επίτευξη των οποίων αποσκοπούν.

Στο δεύτερο και εκτενέστερο μέρος αναλύονται τα κυριότερα θέματα που προκύπτουν ενόψει του άρ. 110 ΣΛΕΕ. Αρχικά, γίνεται λόγος για το σκοπό θέσπισης, την άμεση ισχύ, τους αποδέκτες και την έκταση της απαγόρευσης των φορολογικών διακρίσεων στην έμμεση φορολογία. Στη συνέχεια, καθορίζεται το πεδίο εφαρμογής του κανόνα της πρώτης παραγράφου, που απαγορεύει στα κράτη μέλη την επιβολή βαρύτερων εσωτερικών φόρων στα εισαγόμενα προϊόντα από εκείνους που πλήττουν τα ομοειδή εγχώρια προϊόντα. Μεταξύ άλλων, σημειώνεται με ποιο τρόπο προκαλούνται οι απαγορευμένες φορολογικές διακρίσεις και ποιες είναι οι θεμιτές διαφοροποιήσεις. Αντίστοιχα, διευκρινίζεται ο σκοπός, το πεδίο και οι δυσχέρειες εφαρμογής του κανόνα της δεύτερης παραγράφου, που θεμελιώνει την απαγόρευση και της έμμεσης προστασίας των ημεδαπών ανταγωνιστικών προϊόντων.

Εξάλλου, στο τρίτο κατά σειρά τμήμα της μελέτης αναδεικνύεται η σχέση του άρ. 110 ΣΛΕΕ με συναφείς διατάξεις της Συνθήκης. Πρώτα, γίνεται σύγκριση με τα άρ. 28 και 30 ΣΛΕΕ, τα οποία απαγορεύουν την επιβολή δασμών και φορολογικών επιβαρύνσεων ισοδύναμου αποτελέσματος μεταξύ των κρατών μελών. Έπειτα, οριοθετείται έναντι των άρ. 34 έως 37 ΣΛΕΕ, που έχουν ως αντικείμενο την απαγόρευση των ποσοτικών περιορισμών στις ενδοκοινοτικές εμπορικές συναλλαγές, καθώς και σε σχέση με τις κρατικές ενισχύσεις, οι οποίες απαγορεύονται σύμφωνα με τα άρ. 107 και 108 ΣΛΕΕ.

Στο επίμετρο, τέλος, αποδίδεται μια συνολική εκτίμηση για τη μέχρι τώρα εξέλιξη της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, με κύριο άξονα τα δημοσιονομικά ζητήματα. Παρατηρείται συμπερασματικά ότι η οικονομική κρίση μπορεί να αποτελέσει τον κινητήριο μοχλό για τη δημιουργία μιας πιο συμπαγούς ομοσπονδίας κρατών ή, αντίθετα, να τερματίσει διά παντός τα όνειρα της ενωμένης Ευρώπης. (περισσότερα…)